Η λειτουργία του Κοινοβουλίου στην Αγγλία, στη Γαλλία και στη Γερμανία στο τέλος του 19ου αιώνα

Ο τρόπος λειτουργίας του κοινοβουλίου, στην Αγγλία, τη Γαλλία και τη Γερμανία, στα τέλη του 19ου αιώνα. Η μορφή του κοινοβουλευτικού συστήματος στα τρία αυτά κράτη, οι ομοιότητες και διαφορές μεταξύ τους, και οι κοινωνικές ομάδες που αντιπροσωπεύονται σε αυτά. Η πολιτική σημασία του κοινοβουλίου σε κάθε μια από αυτές τις χώρες.

 

H δομή, η λειτουργία και η αντιπροσώπευση των κοινοβουλίων.

Ο κοινοβουλευτισμός είναι το πολιτικό σύστημα που πρότειναν οι φιλελεύθεροι στα μέσα του 19ου αιώνα στην Δυτική Ευρώπη .  Πρόκειται για το σύστημα συνταγματικής διακυβέρνησης μιας χώρας, στην άσκηση του κυβερνητικού έργου από μια πλειοψηφούσα στο κοινοβούλιο κυβέρνηση, και στη διάκριση των τριών θεμελιωδών εξουσιών (νομοθετικής, εκτελεστικής, και δικαστικής). Στο τέλος του 19ου αιώνα, το πολιτικό σύστημα του κοινοβουλευτισμού λειτουργούσε με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία, στην Αγγλία, τη Γαλλία και τη Γερμανία.

Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, εκτός από τις θεμελιώδεις αρχές που αναφέρθηκαν παραπάνω, ο κοινοβουλευτισμός απέκτησε και μια δεύτερη σημασία. Συνδέθηκε με με το επιτακτικό αίτημα των λαών της Ευρώπης για την παροχή εκλογικού δικαιώματος σε όλους τους άνδρες.

Αγγλία: Το πρώτο οργανωμένο κίνημα για την εγκαθίδρυση ενός δημοκρατικού κοινοβουλευτικού συστήματος είχε ήδη αναπτυχθεί στη Βρετανία από το 1834, με το “κίνημα των Χαρτιστών” . Το πρώτο βήμα για την δημοκρατικότερη αντιπροσώπευση του κοινοβουλίου έγινε το 1867 από τον Άγγλο πρωθυπουργό Βενιαμίν Ντισραέλι. Υπό την πίεση μεταρρυθμιστών αστών και των μελών της εργατικής αριστοκρατίας ο  Ντισραέλι διπλασίασε τον Αριθμό των ψηφοφόρων παρέχοντας δικαίωμα ψήφου σε όλους τους Άνδρες που πλήρωναν φόρο . Η καθολική ανδρική ψηφοφορία που εφαρμόστηκε με περιορισμούς το  1884, έφερε τη Βρετανία πιο κοντά στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Παραμένουν πλέον χωρίς εκλογικά δικαιώματα εκτός από τις γυναίκες, οι νέοι άνδρες που συνεχίζουν να να κατοικούν με τους γονείς τους, οι υπηρέτες και οι πένητες .

Το μεγαλύτερο πρόβλημα και η μεγαλύτερη πρόκληση στις αρχές του κοινοβουλευτισμού στην Αγγλία, ήταν ύπαρξη της Βουλής των Λόρδων. Πρόκειται για ένα σώμα που στελεχωνόταν από μέλη μιας κληρονομικής Αριστοκρατίας, και οι θέσεις της βουλής ήταν επίσης κληρονομικές. Οι συγκρούσεις ανάμεσα στη Βουλή των κοινοτήτων και στη βουλή των λόρδων, οδήγησαν σταδιακά στον περιορισμό των εξουσιών της δεύτερης.

Γαλλία: Στη Γαλλία αν και η καθολική ανδρική ψηφοφορία ε θεσπίστηκε 1848 δεν λειτούργησε ουσιαστικά μέχρι το 1875. Μετά την κατάρρευση της αυτοκρατορίας του Ναπολέοντα, οι συγκρούσεις ανάμεσα στους Βοναπαρτιστές, τους φιλομοναρχικούς και τους σοσιαλιστές,  για τον έλεγχο της εξουσίας επέφεραν  βαθύτατο διχασμό. Αυτό είχα σαν αποτέλεσμα  η Γαλλία να μην αποκτήσει πριν από το 1875 σύνταγμα που να μπορεί να λειτουργήσει .  Τελικά το 1875 ήταν η χρονιά εγκαθίδρυσης ενός συνταγματικού, κοινοβουλευτικού και αβασίλευτου πολιτεύματος με αρχηγό κράτους τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας .

Οι συντακτικοί νόμοι του 1875 καθιέρωναν ένα σύστημα δυο βουλών, από της οποίες η κάτω εκλεγόταν με  καθολική ανδρική ψηφοφορία (βουλή των αντιπροσώπων) και η άνω βουλή εκλεγόταν έμμεσα (γερουσία), ένα υπουργικό συμβούλιο που προεδρευόταν από τον πρωθυπουργό και τέλος,  έναν πρόεδρο δημοκρατίας . Αν και αρχικά οι σχετικές εξουσίες του προέδρου και του Πρωθυπουργού δεν είχαν διευκρινιστεί, σε δυο χρόνια η χώρα εκφράστηκε υπέρ του πρωθυπουργού ως επικεφαλής της κυβέρνησης και υπευθύνου απέναντι στη βουλή, ενώ ο πρόεδρος έγινε μάλλον διακοσμητικό στοιχείο.

Γερμανία: Στο νεογέννητο κράτος της Γερμανικής αυτοκρατορίας, συναντάμε επίσης δυο βουλές. Την άνω βουλή ή γερουσία (Bundesrad), και την κάτω βουλή (Reichstag) το κοινοβούλιο της οποίας εκλεγόταν με  καθολική ανδρική ψηφοφορία από το  1871. Τα μέλη του κοινοβουλίου προέρχονταν κυρίως από την αστική τάξη. Με απόφαση του συντηρητικού αντισοσιαλιστή πρωθυπουργού (καγκελάριου) Βίσμαρκ, το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα αποκλείστηκε από την εκλογική διαδικασία στο διάστημα 1878-1890. Παρά την εμμονή του Βισμαρκ απέναντι στο γερμανικό σοσιαλισμό, τον οποίο ταύτιζε με τον αναρχισμό, η σοσιαλδημοκρατικό κόμμα αύξανε συνεχώς την επιρροή του. Η εκ νέου νομιμοποίηση του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος το 1890 συνοδεύτηκε με την αποπομπή του Βισμαρκ από τον Αυτοκράτορα Γουλιέλμο Β' οποίος πίστευε ότι η αντισοσιαλιστική νομοθεσία δεν είχε κανένα αποτέλεσμα.

Η πολιτική σημασία των κοινοβουλίων.


Αγγλία: Ο κοινοβουλευτισμός ήταν ιδιαίτερα ισχυρός στη Βρετανία. Βασισμένος σε ένα ευρύ εκλογικό σώμα, η εκτελεστική εξουσία ήταν σε μεγάλο βαθμό υπόλογη στο κοινοβούλιο. Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα επικρατούσε ένα αυστηρά δικομματικό σύστημα, ενώ το εκλογικό σύστημα εξασφάλιζε στο άνετη πλειοψηφία στο κόμμα που κέρδιζε τις εκλογές, ακόμα και αν αυτό δεν αποσπούσε την απόλυτη πλειοψηφία. Με τον τρόπο αυτό  ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση, εξασφάλιζαν απρόσκοπτα την εμπιστοσύνη της Βουλής των κοινοτήτων. 'Όλα αυτά έκαναν τη Βρετανία την πιο προηγμένη κοινοβουλευτικά χώρα στην Ευρώπη,  με ιδιαίτερη ευαισθησία στην κατοχύρωση των ατομικών δικαιωμάτων, και στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του νόμου .

Αν και η  Βρετανία συνέχισε να κυβερνάται σχεδόν αποκλειστικά από μια ολιγάριθμη ομάδα ανθρώπων που προέρχονταν από την αριστοκρατία της γης και από τα ανώτερα στρώματα της αστικής τάξης (, οι άρχοντες αυτοί (ως μέλη διαδοχικών υπουργικών συμβουλίων) αναγνώριζαν πλήρως την ευθύνη τους απέναντι στο κοινοβούλιο και ιδιαίτερα απέναντι στη βουλή των κοινοτήτων. Αν η βουλή αρνιόταν να εγκρίνει το νομοθετικό τους πρόγραμμα, είχαν την υποχρέωση να  υποβάλουν τις παραιτήσεις τους αμέσως, και να παραχωρήσουν τις θέσεις τους σε ένα υπουργικό συμβολικού  μελών του αντίπαλου κόμματος, ή να διαλύσουν το κοινοβούλιο  και να προσδιορίσουν νέες εκλογές για να δουν τη γνώμη των ψηφοφόρων.

Γαλλία: Στη Γαλλία μέχρι το 1870 οι αρχές του κοινοβουλευτισμού είχαν καταστρατηγηθεί βάναυσα από τη μονοκρατορία του Ναπολέοντα. Ο αυτοκράτορας έλεγχε το στρατό την οικονομία και γενικά την εκτελεστική εξουσία, ενώ κοινοβούλιο δεν είχε σχεδόν καμία εξουσία. Αμέσως μετά την Ναπολεόντεια περίοδο, ο κοινοβουλευτισμός αποκτά και στη Γαλλία ισχυρό ρόλο αν και το Γαλλικό πολιτικό σύστημα δεν ήταν τόσο αυστηρό όσο το Αγγλικό. Οι κυβερνήσεις εδώ ήταν πιο αδύναμες, βασισμένες στις συναλλαγές μεταξύ αστών πολιτικών. Το σύνταγμα του 1875 οδήγησε την τρίτη Γαλλική Δημοκρατία σε απόλυτη κυριαρχία του κοινοβουλίου. Παρά της διευρυμένες του εξουσίες του, ο Πρωθυπουργός, δεν είχε είχε την δυνατότητα διάλυσης του κοινοβουλίου. Αυτό σήμαινε ότι οι βουλευτές μπορούσαν να καταψηφίσουν και να απολύσουν ένα πρωθυπουργό με την κυβέρνησή του, χωρίς να διακινδυνεύσουν αναγκαστικά την επανεκλογή τους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα στο διάστημα που ακολούθησε (1875-1915) η Γαλλία να γνωρίσει 52 διαφορετικές κυβερνήσεις, σε ένα κλίμα μόνιμης διαφθοράς συναλλαγής, και σκανδάλων.

Γερμανία: Σε αντίθεση με τη Αγγλία και τη Γαλλία, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο πολιτικός ρόλος του κοινοβουλευτισμού έμεινε ανολοκλήρωτος στη Γερμανία, καθ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Ο πρωθυπουργός της Πρωσίας (και μετά το 1871 ολόκληρης της Γερμανίας) δεν ήταν υπεύθυνος έναντι του Αυτοκρατορικού Γερμανικού Κοινοβουλίου. Ο δε αυτοκράτορας διόριζε πρωθυπουργό και υπουργούς,  κατηύθυνε και έλεγχε πλήρως το έργο της κυβέρνησης. Όλες οι εξουσίες που δεν είχαν παραχωρηθεί στην κεντρική κυβέρνηση είχαν διατηρηθεί άπω τα ξεχωριστά κράτη που συμμετείχαν στην αυτοκρατορία. Το καθένα τους διατηρούσε τον έλεγχο της μορφής διακυβέρνησης, των δημοσίων οδών της δημόσιας εκπαίδευσης, της αστυνομίας και άλλων τοπικών υπηρεσιών.

Πάρα την φιλελεύθερη πορεία που ακολούθησαν τα δυτικά Γερμανικά κράτη, η ισχύς του στρατού,  της αριστοκρατίας και του μονάρχη στο ηγετικό Γερμανικό κράτος της Πρωσίας ήταν ιδιαίτερα μεγάλη για να υποσκελισθεί. Έτσι τα κόμματα του Γερμανικού κοινοβουλίου περιορίστηκαν στο να ασκούν πιέσεις και κριτική. Αν και το κοινοβούλιο είχε δικαίωμα αρνησικυρίας σε προτάσεις του αυτοκράτορα και των υπουργών του, δεν μπορούσε να νομοθετεί με δική του πρωτοβουλία .

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Από το 1870 και μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, και με τη σταδιακή εφαρμογή της καθολικής ανδρικής ψηφοφορίας,  η πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών στην Αγγλία τη Γαλλία και τη Γερμανία, συμμετείχε τουλάχιστον έμμεσα στη διακυβέρνηση των χωρών τους. Η πρόοδος της δημοκρατίας συμβαδίζει με την άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης, και με την αναγνώριση δικαιωμάτων στους πολίτες όπως, να συνεταιρίζονται, ή να ασκούν τη θρησκεία της επιλογής τους. Παράλληλα, τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κοινοβούλια,  όπως ο περιορισμός του χρόνου εργασίας, ο έλεγχος της εργασίας των γυναικών και των ανηλίκων, και η διαμόρφωση ενός συστήματος ασφάλισης για την ασθένεια και την εργασία, βελτιώνουν τη μοίρα των λιγότερο ευνοημένων, και συμβάλουν στη διόρθωση των συνεπειών της κοινωνικής ανισότητας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ράπτης Κ. Γενική Ιστορία της Ευρώπης, τόμος Β, ΕΑΠ, Πάτρα 1999.

Berstein S. - Milza P., Ιστορία της Ευρώπης, τόμος Β , Η Ευρωπαϊκή συμφωνία και η Ευρώπη των Εθνών 1815-1919, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1997.

Burns E., Ευρωπαϊκή ιστορία: Εισαγωγή στην ιστορία και τον πολιτισμό της νεότερης Ευρώπης, α’ και β’ τόμος, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1983.